- Ἀλκίδα
- Ἀλκίδᾱ , Ἀλκίδηςmasc nom/voc/acc dual (doric)Ἀλκίδᾱ , Ἀλκίδηςmasc gen sg (doric aeolic)Ἀλκίςfem acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἀλκίδᾳ — Ἀλκίδᾱͅ , Ἀλκίδης masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀλκίδας — Ἀλκίδᾱς , Ἀλκίδης masc acc pl (doric) Ἀλκίδᾱς , Ἀλκίδης masc nom sg (epic doric aeolic) Ἀλκίς fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀλκίδαι — Ἀλκίδᾱͅ , Ἀλκίδης masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀλκίδαν — Ἀλκίδᾱν , Ἀλκίδης masc acc sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εύκλεια — Αρχαιοελληνική θεότητα που λατρευόταν κυρίως στην Αθήνα. Είχε κοινό ναό με την Ευνομία, χτισμένο με τα λάφυρα της μάχης του Μαραθώνα. Βωμοί και αγάλματά της υπήρχαν στη Βοιωτία, στη Λοκρίδα, στην Κόρινθο, στους Δελφούς κ.α. Στον βωμό της θυσίαζαν … Dictionary of Greek